κετελεερία

κετελεερία
η
βοτ. γένος γυμνόσπερμων κωνοφόρων δέντρων τής οικογένειας πευκίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. keteleeria από το όν. του Βέλγου βοτανολόγου J. Β. Keteleer].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”